Η Τρουλίτα & Ο Δράκος – Ένα παραμύθι γραμμένο από εμάς για την Εύη, που μας χάρισε την έμπνευση και τον χρόνο της ❤
Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη. Δωσ’ της κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι να αρχινήσει. Η Τρουλίτα δεν ήξερε τι θα πει παραμύθι. Κάποτε ρώτησε ένα Δράκο “Δράκε εσύ που βλέπεις τόσα, πες μου, τι είναι παραμύθι;” Ο Δράκος δεν απάντησε. Αντ’ αυτού ξεφύσηξε από τα ρουθούνια του ζεστό αέρα με τόση δύναμη που η Τρουλίτα πέταξε. Μέρες και νύχτες πετούσε και ταξίδευε κι όταν πια προσγειώθηκε, έπεσε πάνω σε ένα δέντρο. Κοίταξε γύρω της με απορία “Μα αν δεν με γελούν τα μάτια μου, αυτός δεν είναι ο πύργος του Άιφελ;” “Ναι, κυρά μου” της απάντησε ένα πουλί που στεκόταν στο διπλανό κλαρί. Η Τρουλίτα, αφού ευχαρίστησε το πουλί, πήδηξε από το δέντρο κι άρχισε να περιπλανιέται μέχρι που έφτασε έξω από ένα μοναστήρι. Εκεί άκουσε μια γυναικεία φωνή να μιλά σε μια γλώσσα που δεν είχε ξανακούσει. Όμως ξαφνικά κάτι μαγικό συνέβη, οι λέξεις άρχισαν να βγάζουν νόημα κι ας μην ήξερε τη γλώσσα. Ήταν σαν να τη γνώριζε από πάντα. Έτσι γύρισε πίσω κι αποφάσισε να μάθει τα πάντα γι’ αυτή τη μαγική γλώσσα. Ρώτησε από ‘δω, ρώτησε από ‘κει, μα κανείς δεν ήξερε να της πει την ονομασία αυτής της γλώσσας. Μια μέρα γνώρισε 6 χρωματιστές κλωστές αλλά ούτε αυτές ήξεραν πως λεγόταν αυτή η μυστήρια γλώσσα, έτσι αποφάσισαν να γίνουν ένα κουβάρι κι οι 7 μαζί να ψάξουν να τη βρουν. Και το κουβάρι κύλησε. Κύλησε σε κατηφόρες μα κι ανηφόρες, σε ρεματιές μα και σε δάση κι όπως κύλαγε έπεσε πάνω σε μια πέτρα. Και ξεμπλέχτηκε. Η Τρουλίτα είχε μάθει όμως κάτι σημαντικό. Η μαγική γλώσσα ξεκινούσε από το γράμμα Πι. Τώρα πια τίποτα δεν την σταματούσε. Πιο θαρραλέα από ποτέ αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι της. “Ει πού πας;” της φώναξαν οι άλλες κλωστές. “Πάω να βρω την ονομασία της μαγικής γλώσσας.” “Μα μόνη σου θα πας; Δεν ξέρεις ότι ο νόμος απαγορεύει να ταξιδεύουν μόνοι όσοι έχουν όνομα που ξεκινάει από Τ και τελειώνει σε -λίτα;” Η Τρουλίτα αγνόησε τις φωνές και συνέχισε το δρόμο της μέσα στο δάσος. Για 9 μήνες περπατούσε ασταμάτητα. Τόσο περπατούσε που ξεχνούσε μέχρι και να φάει. Ώσπου ένα σούρουπο είδε μια φιγούρα κρυμμένη πίσω από ένα θάμνο. Παραμέρισε τα κλαδιά και δεν πίστευε στα μάτια της. “Δράκε; Εσύ;” Τον αγκάλιασε σφιχτά από τον λαιμό. Εκείνος έκανε πίσω και την κοίταξε διερευνητικά από τα μάτια μέχρι τα δάχτυλα των ποδιών της “Τι έπαθε η κοιλιά σου και φούσκωσε τόσο;” την ρώτησε απορημένος. Και η Τρουλίτα ξεκίνησε να αφηγείται όσα έζησε από τότε που την φύσηξε μακριά και δεν σταμάτησε μέχρι που η κοιλιά της ξεφούσκωσε τελείως. Ο Δράκος την κοίταζε μαγεμένος. “Τι φανταστική γλώσσα είναι αυτή που μιλάς; Δεν τη ξέρω μα καταλαβαίνω όλα όσα μου λες. Πώς γίνεται αυτό;” Και τότε το κατάλαβε! Τόση ώρα δεν μιλούσε, αφηγούταν ένα παραμύθι. Το δικό της παραμύθι. Η λέξη είχε εμφανιστεί με τρόπο μαγικό. Από εκείνο το σούρουπο οι δυο τους έγιναν αχώριστοι και γυρνάνε όλο τον κόσμο και μοιράζουν παραμύθια σε μεγάλους και μικρούς. Κι έζησαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα.
Η Συνέντευξη
Ποιο ήταν το έναυσμα για να γίνεις παραμυθού;
Ως παιδί δεν είχα την τύχη να ακούσω παραμύθια από κανέναν κι αυτό μου κόστισε. Όταν στα 18 μου βρέθηκα στο Παρίσι, έπεσε τυχαία στα χέρια μου ένας οδηγός πόλης που διαφήμιζε ένα φεστιβάλ παραμυθιών από όλο τον κόσμο. Το φεστιβάλ λάμβανε μέρος σε ένα μεσαιωνικό μοναστήρι και έσπευσα να το παρακολουθήσω. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο αφηγούνταν παραμύθια στη γλώσσα τους χωρίς διερμηνέα. Η μαγική στιγμή που κατάλαβα ότι ήθελα να γίνω παραμυθού ήταν όταν άκουσα μια Ζουλού να αφηγείται το δικό της παραμύθι. Φυσικά δεν γνώριζα τη γλώσσα, όμως τα κατάλαβα όλα. Μέχρι σήμερα αφηγούμαι αυτή την ιστορία στις παραστάσεις μου.
Όταν επέστρεψα παρακολούθησα ένα διήμερο σεμινάριο αφήγησης από τον πρώτο μου δάσκαλο τον Στέλιο Πελασγό. Αυτό με παρακίνησε να εξερευνήσω περισσότερο την τέχνη της αφήγησης. Το 1999 γράφτηκα στο ετήσιο σεμινάριο αφήγησης στο “εργαστήρι Μαιρηβή”. Εκεί μαζί με άλλους 6 αφηγητές ξεκινήσαμε μια ομάδα “Το κουβάρι με τα παραμύθια”. Για την τότε εποχή θεωρήθηκε πρωτοποριακό καθώς η αφήγηση είναι μοναχική τέχνη. Για περίπου 2 χρόνια κάναμε παραστάσεις σε ιδρύματα, νοσοκομεία και κάθε λογής τοποθεσίες. Κάποια στιγμή η ομάδα διαλύθηκε και ο καθένας συνέχισε την διαδρομή του, κι εγώ το δικό μου. Ξεκίνησα παραστάσεις μόνη μου αλλά και μαζί με το μουσικό Σταύρο Πουλίδη, μια συνεργασία που βελτίωσε την τέχνη μου αλλά και του Σταύρου. Το 2006 αποφάσισα να πειραματιστώ με την αφήγηση λογοτεχνίας. Συνάντησα τεράστια αντίσταση διότι αφήγηση μέχρι τότε θεωρούνταν μόνο το λαϊκό παραμύθι. Πόρτες έκλεισαν αλλά δεν σταμάτησα να προσπαθώ.
Πώς υποδέχτηκε το κοινό αυτή τη νεωτεριστική προσπάθεια;
Με την άδεια συγγραφέων αφηγούμουν όλο και περισσότερη λογοτεχνία και ο κόσμος άρχισε να το αγκαλιάζει σιγά σιγά, ήταν ένας τρόπος για να έρθει πιο κοντά στα βιβλία κατά τη γνώμη μου.
Έχεις πει ότι η αφήγηση είναι μοναχική τέχνη, ήσουν μόνη σου στη διαδρομή αυτή;
Υπήρξαν δύο σημαντικοί άνθρωποι που ο καθένας με το δικό του τρόπο με ώθησε στην αφήγηση της λογοτεχνίας.Διάβασα την ιστορία του Κωστή Γκιμοσούλη “Πεζόδρομος Δράκου”, μια σύγχρονη εκδοχή της ωραίας κοιμωμένης που ήθελα οπωσδήποτε να το αφηγηθώ. Με την άδειά του αφηγήθηκα την πρώτη λογοτεχνική ιστορία, η οποία αυτομάτως με απέκλεισε από τον κύκλο των παραμυθάδων. Ένα ακόμα πολύ σημαντικό πρόσωπο στην διαδρομή μου ήταν ο Αργύρης Χιόνης, ο οποίος μου έδωσε την άδεια να αφηγηθώ όλες τις ιστορίες του, όταν μου είπε ” Μόνο που άκουσα την φωνή σου πάρ’ τες κυρά μου και κάνε τις ό,τι θες. Οι ιστορίες είναι για να λέγονται”.
Αν η ζωή σου ήταν παραμύθι τι τίτλο θα είχε;
Θα επιλέξω τον τίτλο από το πιο αγαπημένο μου βιβλίο “Μια μέρα που έγινε νύχτα”.
Με ποιον ήρωα παραμυθιού ταυτίζεσαι;
Η αγαπημένη μου ηρωίδα προέρχεται από ένα λαϊκό ελληνικό παραμύθι της Κρήτης της κατηγορίας των “Μαγικών παραμυθιών”. Λέγεται Τρουλίτα. Η Τρουλίτα ήταν ένα άσχημο πουλί που με την βοήθεια της τύχης και της μαγείας των παραμυθιών παντρεύτηκε ένα βασιλόπουλο και στο τέλος κατάφερε να γίνει βασίλισσα! Μέχρι σήμερα πάντα με συγκινεί και το αφηγούμαι στις παραστάσεις μου.
Χάρισε μας δύο ονόματα για να μπούμε κι εμείς στον παραμυθόκοσμο.
Εσύ Γεωργία θα είσαι η Νανανά Μποσελεσελέ. Είναι η ιστορία μιας Αφρικανής μαμάς που όταν λείπει από το σπίτι ένας ελέφαντας τρώει τα δύο παιδιά της. Εκείνη αποφασίζει να τα σώσει μαγειρεύοντας ένα πολύ καυτερό φαγητό με το οποίο θα ταΐσει τον ελέφαντα. Αφού τον εντοπίζει αφήνει μπρος το τσουκάλι με το φαΐ και τον χτυπά ώστε να τον νευριάσει και να φάει και την ίδια. Έτσι και γίνεται, ο ελέφαντας καταπίνει τη μάνα και μετά τρώει το καυτερό φαγητό. Ένα γλέντι στήνεται μες στην κοιλιά του, και λίγο ο χορός, λίγο η κάψα τον αναγκάζουν να φτύσει τα παιδιά και τη μαμά, αλλά και όλους όσους είχε φάει ως τότε! Οι άλλοι ελέφαντες έμαθαν το πάθημά του κι από τότε δεν ξανάφαγαν κρέας και έγιναν χορτοφάγοι όπως τους γνωρίζουμε σήμερα.
Εσύ Μαριάννα θα είσαι ο Πούλη. Είναι μια αφρικάνικη ιστορία όπου ένας πατέρας φεύγει για κυνήγι και δεν ξαναγυρνάει πίσω.Κανείς από την οικογένεια δεν τον αναζητά ώσπου ο μικρότερος από τα 4 αδέρφια, ο Πούλη αναρωτιέται που βρίσκεται ο μπαμπάς του. Έτσι τα 3 μεγαλύτερα ξεκινάνε να τον αναζητούν και βρίσκουν τα κόκαλα του. Η αφρικάνικη παράδοση λέει ότι μπορείς να φέρεις κάποιον πίσω από τους νεκρούς αν ενώσεις τα κόκαλα του, του βάλεις δέρμα και του δώσεις πνοή. Έτσι και κάνουν κι ο πατέρας ανασταίνεται. Όλοι μαζί γυρνούν σπίτι και γιορτάζουν την επιστροφή του. Εκείνος όπως προστάζει η παράδοση φτιάχνει ένα μαγικό φυλαχτό από ουρά αγελάδας για να ευχαριστήσει τους σωτήρες του. Όταν λοιπόν φτάνει η ώρα να διαλέξει σε ποιο παιδί θα το χαρίσει, τα 3 μεγαλύτερα αδέρφια τσακώνονται για το ποιος θα το πάρει αφού αυτοί τον ανέστησαν. Ο πατέρας όμως επιλέγει τον Πούλη. “Στον Πούλη θα το δώσω” λέει “γιατί είναι ο μόνος που με θυμήθηκε!”
Επίλογος
Με την Εύη συναντηθήκαμε ένα πολύ κρύο απόγευμα του Ιανουαρίου στο Μοναστηράκι. Δεν είχαμε διαλέξει μέρος για την συνέντευξη κι έτσι βρεθήκαμε σε ένα μικρό καφέ ανάμεσα στο Θησείο και το Μοναστηράκι. Οι τρεις ώρες που περάσαμε μαζί της κύλησαν με εκείνη να μας μιλάει, ή καλύτερα να μας αφηγείται, και εμάς να την κοιτάζουμε σαν παιδιά που βλέπουν γλυκά σε βιτρίνα ζαχαροπλαστείου. Εντάξει, κάπου ενδιάμεσα σημειώναμε κιόλας, εξ’ ου και τα όσα διαβάσατε παραπάνω, τα οποία είναι ένα μικρό κομμάτι απ’ όλα αυτά που μοιράστηκε μαζί μας. Σίγουρα θα την ξαναδούμε σε κάποια παράσταση από τις πολλές που κάνει και θα θέλαμε να δούμε κι εσάς εκεί. Η μαγεία που μεταδίδει είναι αδύνατο να μεταφερθεί μέσω ενός υπολογιστή.
Nα προσθέσουμε ότι η Εύη είναι και μια εξίσου μαγική συγγραφέας βιβλίων. Διαβάστε το βιβλίο της “Μικρά ξυπνήματα” κι αφήστε να σας ταξιδέψει στον παραμυθόκοσμο του.
Περισσότερα για την Εύη εδώ: http://www.evigerokosta.gr